«Πήγα στα δάση γιατί θέλησα να ζήσω με σκοπό, θέλησα να ζήσω βαθειά, να ρουφήξω το μεδούλι της ζωής, να αποδιώξω ότι δεν ήτανε ζωή και όχι όταν πεθάνω ν’ ανακαλύψω πως δεν έζησα…»


Τρίτη 24 Ιουλίου 2012

Medianeras (Μεσοτοιχίες)


Ακόμα και χωρίς τον πρόλογο του σκηνοθέτη, θα μπορούσαμε να καταλάβουμε αυτό που όλοι βιώνουμε: η αρχιτεκτονική της πόλης ευθύνεται για την μοναξιά μας, τις νευρώσεις μας, το άγχος, την κατάθλιψη, τις αϋπνίες και τις ταραγμένες σχέσεις μας. Για την έλλειψη συναισθημάτων στις σχέσεις μας.  Για τα αδιέξοδα μας.
Και όλα αυτά μέσα σε μια ταινία που ακολουθεί πιστά τα βήματα του Γούντι Άλεν.

Η Μαριάννα και ο Μάρτιν
Η Μαριάννα είναι αρχιτέκτονας. Διακοσμεί βιτρίνες καταστημάτων.  Με τις πλαστικές κούκλες της βιτρίνας, αναπτύσσει μια σχέση σχεδόν ερωτική. Αναζητά την προσωπική παρουσία στην απρόσωπη πόλη.
Ο Μάρτιν, ζει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μέσα στο διαμέρισμα. Σχεδιάζει ιστοσελίδες και ο υπολογιστής του είναι πια το μόνο μέσο για να προσεγγίζει τους ανθρώπους.
Ζουν στο ίδιο οικοδομικό τετράγωνο. Δεν έχουν συναντηθεί ποτέ. Τους χωρίζει μόνο μια μεσοτοιχία.

Η πόλη
Το Μπουένος Άιρες  (Porteño) είναι ο τρίτος πρωταγωνιστής.  Η πόλη άναρχα και ακαλαίσθητα χτισμένη  απομακρύνει τους ανθρώπους. Ο φόβος της πόλης είναι πανταχού παρών και αιχμαλωτίζει συνεχώς τα πρόσωπα.  Η κάθετη δόμηση, τα καλώδια, οι κεραίες, τα δορυφορικά πιάτα. Μέσα στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα της αστικοποίησης, η μοναξιά των ανθρώπων φαίνεται μεγαλύτερη.
Οι έρωτες είναι φευγαλέοι. Οι άνθρωποι συνεχώς φεύγουν. Οι φοβίες μεγαλώνουν  και κανείς δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το συναισθηματικό κενό. Η πόλη δεν επιτρέπει στις ανθρώπινες σχέσεις να αναπτυχθούν. «Ποτέ ως τώρα οι στέγες των σπιτιών δεν ήταν τόσο κοντά, και οι καρδιές των ανθρώπων τόσο μακριά.
Η πόλη πλήττεται από αισθητική και ηθική ακαταστασία.

Το παραμύθι
Εξ αρχής, η ταινία αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στον ρεαλισμό και τη μαγεία.  Αν και επιχειρεί να αποδώσει με αντικειμενικότητα τη μοναχική ζωή των κατοίκων της πόλης, οι αναφορές στο παραμυθιακό στοιχείο είναι συνεχείς και δεν ταιριάζουν σε μια ψυχρή καταγραφή των αδιέξοδων σχέσεων.
Η Μαριάννα, έχει από μικρή ένα βιβλίο. Μέσα στις σελίδες του αναζητά τον Carlos- τον δικό της πρίγκιπα (la media naranja). Στο αστικό τοπίο, ο Carlos χαμένος μέσα στα εκατομμύρια πρόσωπα, δεν μπορεί να βρεθεί.
Μέχρι τη μέρα που ο Μάρτιν και η Μαριάννα αποφασίζουν ντα γκρεμίσουν τον τοίχο και να ανοίξουν ένα παράθυρο. Το παράθυρο, λειτουργώντας στην ταινία κυριολεκτικά και μεταφορικά παίζει τον ρόλο του καταλύτη. Το οπτικό πεδίο διευρύνεται και οι ζωές των ηρώων αποκτούν νέο νόημα. Η Μαριάννα συναντά τον Μάρτιν κοιτάζοντας από το παράθυρο. Μοιάζει με παραμύθι.


Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

Τα βασανιστήρια - Pablo Neruda (από το Canto General)


Την Παρασκευή, 20 Ιουλίου, αστυνομικές δυνάμεις εισέβαλαν στο εργοστάσιο της Χαλυβουργίας. Η ωμή και απρόκλητη αστυνομική επίθεση, απέδειξε για μια ακόμα φορά σε ποιον ανήκει το μονοπώλιο της βίας. Η κυβερνητική και εργοδοτική τρομοκρατία καταστέλλει τον αγώνα των εργατών μετά από εννιά μήνες απεργία. Το όπλο των λαών παραμένει η αλληλεγγύη.

 (σκηνή από την ταινία Ψωμί και Τριαντάφυλλα)


Μια απεργία ακόμα
τα μεροκάματα πάντα γελοία
οι γυναίκες να κλαίνε μπροστά στις πυρωστιές
κι οι ανθρακωρύχοι
να ενώνουν ένα-ένα τα χέρια τους
και τους πόνους

Είναι η απεργία
εκείνων που σκάφτανε κάτω απ’ τη θάλασσα
 σκυφτοί
μέσα στα υγρά κανάλια
είν’ η απεργία
εκείνων που βγάλανε με τίμημα το αίμα
και τη δύναμη τους
τη μαύρη γης των ορυχείων

Αλλά τώρα ήρθαν οι οπλοφόροι,
νύχτα καταστρέψανε τα σπίτια τους
του σύρανε στις γαλαρίες –φρικτές φυλακές-
λεηλάτησαν το λιγοστό αλεύρι που φυλάγαν
κι αρπάξαν τα τελευταία σπυριά από το ρύζι των παιδιών τους.
Μετά βροντώντας τα ντουβάρια με μανία
τους εκτοπίσανε
μπουλούκια τους μαντρώσανε
και σαν ζώα τους σημαδέψαν

Και στους λασπερούς δρόμους
βαδίζοντας για μιαν έξοδο γιομάτη πόνο
οι αρχηγοί του κάρβουνου
είδαν τα παιδιά τους να εξορίζονται
είδαν τις γυναίκες τους να ατιμάζονται
είδαν φάλαγγες ανθρακωρύχων να φυλακίζονται
στη μακρινή Παταγωνία
στον παγωμένο ανταρκτικό
στις απέραντες στέπες της Πισάγκουα.

Τρίτη 10 Ιουλίου 2012


(Στο απόσπασμα περιγράφεται με κωμικοτραγικό τρόπο το αδύνατο της υπεράσπισης ενός κατηγορουμένου όταν ο δικαστής είναι προκατειλημμένος εναντίον του.)



-Τ’ όνομά σου;
Αλλά να που του τύχαινε τώρα μια περίπτωση που δεν την είχε προβλέψει ο νόμος: ένας κουφός να ανακρίνει έναν άλλον κουφό.
Ο Κουασιμόδος, που τίποτα δεν τον βοηθούσε να μαντέψει την ερώτηση που του είχαν απευθύνει, εξακολουθούσε να κοιτάζει σταθερά τον δικαστή και δεν αποκρίθηκε τίποτα. Ο δικαστής, κουφός κι αυτός, που τίποτα δεν τον βοηθούσε να μαντέψει την κουφαμάρα του κατηγορουμένου, πίστεψε πως εκείνος του είχε απαντήσει, όπως έκαναν συνήθως όλοι οι κατηγορούμενοι, κι εξακολούθησε να ανακρίνει με τη μηχανική και χαυνωμένη απάθειά του:
-Πολύ καλά. Ηλικία;
Ο Κουασιμόδος δεν απάντησε ούτε σ’ αυτή την ερώτηση. Ο δικαστής νόμισε πάλι ότι είχε πάρει απάντηση και συνέχισε:
-Και τώρα πες μου το επάγγελμά σου.
Πάντα η ίδια σιωπή. Στο μεταξύ, σιγανοί ψίθυροι είχαν αρχίσει στο ακροατήριο, που αλληλοκοιτάζονταν με απορία.
-Αρκεί, συνέχισε ο μακάριος δικαστής, πιστεύοντας ότι ο κατηγορούμενος είχε ολοκληρώσει την τρίτη του απάντηση.
Κατηγορείσαι ενώπιον του δικαστηρίου, πρώτον, για διατάραξη της νυχτερινής ησυχίας, δεύτερον για ατιμωτική βιαιοπραγία εις βάρος γυναικός ελευθερίων ηθών, τρίτον για αντίσταση και ανυπακοή στους τοξοβόλους της φρουράς του βασιλιά και αφέντη μας. Απολογήσου για όλα αυτά. Εσύ, γραμματέα, κατέγραψες όσα είπε ο κατηγορούμενος ως τώρα;
Σ’ αυτή τη στενόχωρη ερώτηση ακούστηκε ένα ξέσπασμα γέλιου που ξεκίνησε από τον γραμματέα κι έφτασε ως το ακροατήριο, ένα γέλιο τόσο ξέφρενο, τόσο τρελό, τόσο μεταδοτικό, τόσο καθολικό, που ακόμη και οι δύο κουφοί το αντιλήφθηκαν. Ο Κουασιμόδος στράφηκε ορθώνοντας επιτιμητικά την καμπούρα του, ενώ ο κύριος Φλοριάν, κατάπληκτος, και νομίζοντας τελικά ότι οι θεατές γελούσαν επειδή ο κατηγορούμενος είχε δώσει κάποια θρασύτατη απάντηση –και αυτή του την εντύπωση την ενίσχυε το σήκωμα των ώμων του Κουασιμόδου-, του είπε αγανακτισμένος:
-Θα έπρεπε να σε κρεμάσουν για την απάντησή σου, ηλίθιε! Ξέρεις σε ποιον μιλάς;

 - ΒΙΚΤΩΡ ΟΥΓΚΩ «Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ»

Δευτέρα 9 Ιουλίου 2012


Τὸ παραμύθι ἑνὸς ραγισμένου ἔρωτα


Μιὰ φορὰ κι ἕνα καιρό,
ἦταν ἕνα γραμμόφωνο.
Ἕνα ὁλομόναχο γραμμόφωνο.
Μὰ μπορεῖ καὶ νὰ μὴν ἤτανε γραμμόφωνο
καὶ νά ῾ταν μόνο ἕνα τραγούδι,
ποὺ ζητοῦσε ἕνα γραμμόφωνο,
γιὰ νὰ πεῖ τὸ καημό του.

Μιὰ φορὰ κι ἕνα καιρό,
ἦταν ἕνας Ερωτας.
Ἕνας ὁλομόναχος Ἔρωτας
ποὺ γύριζε μὲ μία πλάκα στὴ μασχάλη,
γιὰ νὰ βρεῖ ἕνα γραμμόφωνο
γιὰ νὰ πει τὸ καημό του.

«Ἔρωτα μὴ σὲ πλάνεψαν
ἄλλων ματιῶν μεθύσια
καὶ μέσ᾿ τὰ κυπαρίσια
περνᾷς μὲ μι᾿ ἄλλη νιά;
Ἔρωτ᾿ ἀδικοθάνατε,
Ἔρωτα χρυσομάλλη,
ἂν σ᾿ εἶδαν μὲ μιὰν ἄλλη,
ἦταν ἡ Λησμονιά».

Μιὰ φορὰ κι ἕνα καιρό,
δὲν ἦταν ἕνας ἔρωτας,
δὲν ἦταν ἕνας πόνος.
Ἦταν μισὸς ἔρωτας -μισὸς πόνος-
καὶ μιὰ μισὴ πλάκα,
πού ῾λεγε τὸ μισό της σκοπό:
«Ἔρωτα μὴ σὲ... Ἔρωτα μὴ σὲ...
ἔρωτα μισέ... ἔρωτα μισέ...»


Θέ μου!
Μὰ δὲ βρίσκεται ἕνα χέρι!
Ἕνα πονετικὸ χέρι,
γιὰ ν᾿ ἀνασηκώσει τὴ βελόνα
καὶ ν᾿ ἀκουστεῖ ξανά,
ὁλόκληρος ὁ Ἔρωτας.


(Τέσσερα Ποιήματα ἀπὸ τὴν συλλογή: 
«Κάτω Ἀπὸ Τὰ Κάστρα Τῆς Ἐλπίδας»


Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012


"Να διδάσκεις (docere), να συναρπάζεις (delectare), να συγκινείς και να πείθεις (movere). Για να τελεστούν με τον καλύτερο τρόπο αυτές οι λειτουργίες, η ρητορική σύμφωνα με τον Κικέρωνα πρέπει να συνδυάζει την ομορφιά του λόγου (eloquentia) με τη φιλοσοφική παιδεία (sapientia). H σοφία που στερείται ευγλωττίας δεν ωφελεί την κοινωνία, αλλά μία ευγλωττία που στερείται σοφίας είναι στις περισσότερες περιπτώσεις ιδιαίτερα επιβλαβής και σε καμία περίπτωση ωφέλιμη (de inventione 1,1). Η θεωρία αυτή -που ενστερνίζεται το ιδανικό του vir bonus dicenti peritus (τον "ενάρετο, ικανό στον λόγο, άνθρωπο") του Κάτωνα, αφήνοντας πίσω της τη συνταγή rem tene, verba sequentur ("πρώτα οι ιδέες κι έπειτα οι λέξεις")- θα αποτελέσει το επίκεντρο των ώριμων έργων του Κικέρωνα (De oratore, Bruto oratore), τα οποία εμπνέονται όλα από το πρότυπο του πλατωνικού διαλόγου και υπογραμμίζουν την απόστασή τους από τον τεχνικισμό των σύγχρονων εγχειριδίων και φυλλαδίων των λατίνων ρητόρων. Ο ρήτορας που μπορεί να συνδυάσει την εξαίρετη τεχνική της eloquentia με τη sapientia, θα είναι ο ιδανικός πολιτικός. Επιπλέον, θα είναι κάτι σαν θεός μεταξύ των ανθρώπων. Αυτό το δίπολο της eloquentia-sapientia γίνεται κυρίαρχη αρετή και καθολική επιστήμη. Ωστόσο, η προτεραιότητα -ή μάλλον η εμμονή- του Κικέρωνα παραμένει πάντα η πολιτική: γι'αυτόν, όπως και για την μακραίωνη προγενέστερη παράδοση, ο λόγος όχι μόνον εκπροσωπεί το πιο εμφανές στοιχείο της ανωτερότητας του ανθρώπου απέναντι στα ζώα, όχι μόνον εγγυάται φήμη, τιμές και κύρος στον ρήτορα, αλλά κυρίως προσφέρει αναρίθμητα οφέλη στην Πολιτεία."