«Πήγα στα δάση γιατί θέλησα να ζήσω με σκοπό, θέλησα να ζήσω βαθειά, να ρουφήξω το μεδούλι της ζωής, να αποδιώξω ότι δεν ήτανε ζωή και όχι όταν πεθάνω ν’ ανακαλύψω πως δεν έζησα…»


Κυριακή 3 Ιουνίου 2012

"  Η απόφαση να υιοθετήσεις τη ροπή σου για τη λογοτεχνία σαν να ήταν η μοίρα σου θα πρέπει να μετατραπεί σε δουλεία, σε τίποτα λιγότερο από σκλαβιά. Για να σου το εξηγήσω μ'έναν παραστατικό τρόπο, θα σου πώ ότι μόλις έκανες αυτό που έκαναν, ως φαίνεται, ορισμένες κυρίες του 19ου αιώνα τρομοκρατημένες με τα κιλά τους, οι οποίες, προκειμένου ν'αποκτήσουν τη σιλουέτα συλφίδας, κατάπιναν μια ταινία. Είχες ποτέ την ευκαιρία να γνωρίσεις κάποιον που φέρει στα σπλάχνα του αυτό το φοβερό παράσιτο; Εγώ ναι, και μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι αυτές οι κυρίες ήταν ηρωίδες, μάρτυρες της ομορφιάς. Στις αρχές της δεκαετίας του '60, στο Παρίσι, είχα έναν καταπληκτικό φίλο, τον Χοσέ Μαρία, έναν νεαρό Ισπανό, ζωγράφο και κινηματογραφιστή, που έπασχε από αυτή την ασθένεια. Μόλις η ταινία εγκατασταθεί στον οργανισμό, ταυτίζεται μαζί του, τρέφεται απ'αυτόν, μεγαλώνει και δυναμώνει εις βάρος του, ενώ είναι πολύ δύσκολο να εκδιωχθεί από αυτό το σώμα χάρη στο οποίο ευημερεί, και το οποίο έχει αποικήσει. Ο Χοσέ Μαρία αδυνάτιζε παρά το γεγονός ότι έπρεπε να τρώει και να πίνει υγρά (κυρίως γάλα) διαρκώς, για να κατευνάσει την ανησυχία του ζώου που είχε βρει καταφύγιο στα έντερά του, καθώς, εάν δεν το έκανε, η αδιαθεσία του γινόταν ανυπόφορη. Όμως ότι έτρωγε και έπινε δεν ήταν για δικό του κέφι και ευχαρίστηση, αλλά για την ταινία. Μια μέρα που μιλούσαμε σ'ένα μικρό μπιστρό του Μονπαρνάς με κατέπληξε με την ακόλουθη εξομολόγηση: "Κάνουμε τόσα πράγματα μαζί. Πηγαίνουμε σινεμά, πηγαίνουμε σε εκθέσεις, ψάχνουμε σε βιβλιοπωλεία και μιλάμε με τις ώρες για πολιτική, για βιβλία,για φιλμ, για κοινούς φίλους. Κι εσύ νομίζεις ότι εγώ τα κάνω όλα αυτά με τον ίδιο τρόπο που τα κάνεις εσύ. Αλλά κάνεις λάθος. Εγώ τα κάνω για κείνη, για την ταινία. Αυτή την εντύπωση έχω: ότι τώρα όλη μου την ζωή δεν την ζω για μένα αλλά γι'αυτό που έχω μέσα μου, του οποίου δεν είμαι πια παρά ένας υπηρέτης".
  Από τότε μου αρέσει να παρομοιάζω την κατάσταση του συγγραφέα μ'εκείνη του φίλου μου Χοσέ Μαρία όταν είχε μέσα του την ταινία. Η λογοτεχνική κλίση δεν είναι διασκέδαση, σπορ, ένα εκλεπτυσμένο παιχνίδι που παίζεται τον ελεύθερο χρόνο. Είναι μία πλήρης και αποκλειστική απασχόληση, μια απόλυτη προτεραιότητα, μια δουλεία που έχει επιλεγεί ελεύθερα και μετατρέπει τα θύματά της (τα ευτυχισμένα θύματά της) σε σκλάβους. Όπως με την ταινία του φίλου μου στο Παρίσι, η λογοτεχνία γίνεται μια μόνιμη δραστηριότητα, κάτι που καταλαμβάνει την ύπαρξη, που υπερβαίνει τις ώρες που αφιερώνει κανείς στο γράψιμο και διαποτίζει όλες τις άλλες ασχολίες, καθώς η λογοτεχνική κλίση τρέφεται από την ζωή του συγγραφέα όπως ακριβώς η επιμήκης ταινία από τα σώματα στα οποία εισβάλλει. Ο Φλομπέρ έλεγε: "Το γράψιμο είναι τρόπος ζωής". Με άλλα λόγια, όποιος έκανε δική του αυτή την όμορφη και απαιτητική κλίση δεν γράφει για να ζει, αλλά ζει για να γράφει."

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου